Άρθρο
Γιάννη Μανιάτη
γραμματέα της κ.ο. του ΠΑΣΟΚ
στην εφημερίδα Έθνος του Σαββάτου
Η ώρα της αλήθειας έρχεται, όταν όλοι οι υπόλοιποι τρόποι διαχείρισης μιας κατάστασης έχουν αποτύχει. Οφείλουμε έντιμα και μπροστά στον κοινωνικό και ιστορικό καθρέπτη μας, να κάνουμε μια σοβαρή παραδοχή. Το κράτος είναι ο μεγάλος ασθενής της χώρας και συμπαρασύρει όλη την κοινωνία και την οικονομία. Γιατί είναι ένα κράτος που διαχρονικά χτίστηκε πάνω σε μια «φεουδαρχική αντίληψη» ιδιοκτησίας, νομής και προσόδου. Το κράτος αντιμετωπίστηκε από όλες τις πολιτικές δυνάμεις ως το «χρυσόμαλλο δέρας» που έλυνε όλα τα προβλήματα, με πρώτο το πρόβλημα της νίκης στις «επόμενες εκλογές».
Οι διορισμοί, οι παροχές, οι χαριστικές πράξεις ή παραλείψεις αποτέλεσαν τη συστηματική μεθοδολογία που ακολουθήθηκε προκειμένου να λαφυραγωγείται κάθε φορά το κράτος, στέλνοντας τον λογαριασμό σε ένα αόρατο μέλλον. Να όμως, που αυτό το μέλλον ήρθε! Ούτε δισταγμοί δικαιολογούνται, ούτε «μπρος – πίσω», ούτε «δεύτερες» και «τρίτες» σκέψεις. Το σοκ της κρίσης πρέπει να ηχήσει σαν ξυπνητήρι , για να βγούμε από τον λήθαργο που μας οδήγησε η παράλογη εξίσωση «δημοκρατία = δημόσιο». Ντύθηκε έτσι το δημόσιο την ιερότητα της δημοκρατίας ώστε να παραμένει ανέγγιχτο, ενώ αντικειμενικά ούτε τη δημοκρατία υπηρετούσε, ούτε τον πολίτη. Εξυπηρετούσε πολιτικές πελατείες.
Το δημόσιο έχει αξία, όταν λειτουργεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να διευκολύνεται η ζωή των πολιτών και ταυτόχρονα οι υπηρεσίες που προσφέρει να οδηγεί στην άμβλυνση των ανισοτήτων που δημιουργεί η ελεύθερη αγορά.
Αντί γι’ αυτά εμείς θεωρήσαμε πως το δημόσιο ταυτίζεται με το κράτος- βιομήχανο, το οποίο πουλά αγαθά και είναι δέκτης προμηθειών. Αντί να φτιάξουμε ένα δημόσιο που θα ελέγχει με αποτελεσματικό τρόπο τους εξωτερικούς όρους της παραγωγής, φτιάξαμε ένα δημόσιο που ήταν το ίδιο ένας γραφειοκρατικός, διεφθαρμένος, αργοκίνητος και αυτοεξυπηρετούμενος μηχανισμός.
Προφανώς το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του φέρει πελώριες ευθύνες. Όμως μια τακτική ατολμίας απλώς θα έκανε τις ευθύνες αυτές ακόμη μεγαλύτερες. Δεν μπορούμε να σπαταλάμε διαπραγματευτικό κεφάλαιο στη συζήτηση με την τρόικα για θέματα που κανονικά θα έπρεπε να τα έχουμε θέσει οι ίδιοι προς επίλυση στους εαυτούς μας.
Ακόμη και σήμερα συζητάμε για τους περίφημους "επίορκους", αφού πρώτα έγινε τεράστια προσπάθεια για να μάθουμε πόσοι είναι. Αναλωνόμαστε σε προσθαφαιρέσεις και ασκήσεις πρακτικής αριθμητικής ενώ το ζητούμενο είναι να προχωρήσουμε με γενναιότητα μπροστά για να ανοίξουμε το δρόμο σε μια δημόσια διοίκηση που θα είναι πραγματικά δημόσια (δεν θα λαφυραγωγείται δηλαδή από κομματικά, ατομικά και συντεχνιακά συμφέροντα) και διοίκηση (θα έχει ορθολογικούς κανόνες λειτουργίας, αξιοκρατία και μετρήσιμους στόχους στην απόδοσή της).
Είναι βέβαιο ότι πρέπει να αποχωρήσουν όλοι αυτοί που αντικειμενικά και με διαφάνεια κρίνονται ακατάλληλοι, ή απέχουν από τα καθήκοντά τους συστηματικά και επι μακρόν ή είναι ανίκανοι με βάση τις αρχές της Ιατρικής επιστήμης να υπηρετήσουν το δημόσιο συμφέρον. Με εθελούσιες αποχωρήσεις, με συνταξιοδοτήσεις και με σεβασμό σε όλα τα δικαιώματα του πολίτη. Τα ταμπού υπάρχουν για να σπάνε. Αλλιώς μας κρατάνε δέσμιους σε ένα παρελθόν που απειλεί να μας στερήσει το μέλλον.
Το όποιο αναπτυξιακό πρόταγμα μπορεί να ακολουθήσει την πολιτική των δημοσιονομικών περιορισμών στο πλαίσιο ενός πιο προοδευτικού συσχετισμού δυνάμεων στην Ευρώπη, θα αποδειχθεί δώρο άδωρο εάν στο μεταξύ δεν έχουμε κάνει τις βαθιές τομές που απαιτούνται για έναν ορθολογικό, παραγωγικό και αποτελεσματικό δημόσιο τομέα που θα λειτουργεί ως καταλύτης και όχι ως τροχοπέδη για την ανάπτυξη.
Τελικά το ζητούμενο είναι ο δημόσιος τομέας να αναδειχθεί ως ο χώρος που ενεργεί και λειτουργεί ως διαμεσολαβητής μεταξύ της κοινωνίας των πολιτών και της ελεύθερης αγοράς, ως ο χώρος που με ορθολογικό τρόπο καλείται να αναδιανέμει τον παραγόμενο στην κοινωνία πλούτο.
Επείγει ένα ξεκάθαρο σχέδιο διοικητικής μεταρρύθμισης σε αυτή την κατεύθυνση. Να το σχεδιάσουμε και να το υλοποιήσουμε εμείς οι ίδιοι με δικούς μας στόχους, δικές μας ιεραρχήσεις και δικές μας προτεραιότητες. Στο «άβατο» πρέπει να πατήσει πόδι η κοινή λογική και ο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός για το μέλλον της χώρας.