(Η Γεωργία είναι φωτορεπόρτερ - ο Σωτήρης Αργυριάδης ένας νεαρός δολοφόνος, τις φωτογραφίες του οποίου εμφανίζει η Γεωργία)
Το υποτονικό κόκκινο φως του λαμπτήρα στο εργαστήρι υπογραμμίζει τη σημαντικότητα της πράξης και τα τεντωμένα χαρακτηριστικά της κοπέλας που σκύβει πάνω από το υγρό εμφάνισης. Το ραδιόφωνο στο πλάι μεταδίδει παλιά κινηματογραφικά τραγούδια με φωνές ξεχασμένες` η Γεωργία τις συλλέγει όλες κάτω από την υποχρέωση που της γεννά το υπερπερίσσευμα της χάρης της, καθώς με την τσιμπίδα πασπατεύει το χαρτί μέσα στο υγρό και το παρακολουθεί να εκκρίνει από τους πόρους του το χρώμα καφέ της σέπιας -το αγαπημένο της.
Σιγοσφυρίζει ενόσω φέρνει μικρές γυροβολιές δίκην χορευτικής φιγούρας μέσα στο στενό χώρο που βρομάει χημικά, κι ενώ σε κάποιον τρίτο ίσως να δείχνει ανέμελη, εκείνη με μάτι σταθερό και κριτικό εξερευνά την εικόνα που παίρνει μορφή, "κάπως έτσι θε πρέπει να 'νιωθε ο Θεός τις μέρες της δημιουργίας, ιδού λοιπόν η δική μου, γεννηθήτω εικόνα! και εγένετο εικόνα, ημέρα μία", μονολόγησε, διόρθωσε κατόπιν μικρής σκέψης "ημέρες εκατόν χιλιάδες μία..." Κι έχει δίκιο να αισθάνεται ο απόλυτος κυρίαρχος του μικρού εκείνου χώρου, αφού το πρόσωπο που εντυπώνεται πάνω στο χαρτί είναι δικό της δημιούργημα, δική της παρέμβαση στο χρόνο, δικό της και το γούστο να τυπώσει σε σκληρό χαρτί ή να μασκάρει ή να αφαιρέσει. Αυτό το πρόσωπο ανήκει σε κάποιον, έχει κι ένα όνομα αυτός ο κάποιος, 'του Αργυριάδη είναι', μειδιά η Γεωργία. Όμως η έκφραση τούτη δεν ανήκει πλέον στον Αργυριάδη, ανήκει σε κείνην που την είδε, την πρόσεξε, την πέρασε στην αθανασία.
Ο σκοτεινός θάλαμος -η μήτρα.
Οι τοκετοί μπορεί να είναι πολύωροι εδώ μέσα, να είναι επώδυνοι αρκετές φορές, να είναι γελαστικοί άλλοτε. Εδώ φωλιάζει ο έρωτας, ανάμεσα στα μπουκάλια και στα άδεια κελύφη των φιλμ.
Ο έρωτας ο γενεσιουργός.
Ο έρωτας στα όρθια.
Ο έρωτας που έχει μυρουδιά αψιά και τραχιά.
Ο έρωτας που είναι πάντα ποιητής.
Εικονο-ποιεί.
Γελοιο-ποιεί τα πρόσωπα των σοβαρών πάνω στο χαρτί Ilford.
Τραγικο-ποιεί τις μακριές σκιές των δεντροστοιχιών που η Γεωργία φωτοέγραψε ένα δειλινό.
Μετα-ποιεί το πραγματικό.
Εδώ είναι η κατοικία του έρωτα.
Κι η κοπέλα, όποτε εισέρχεται στο χώρο, νιώθει να την αναστατώνουν ρίγη και να την ξεσηκώνουν τρυφερά φιλήματα στις θηλές της απάνω. "Σε παίρνω", ακούω τον έρωτα να της μιλά κατευθείαν μέσα στον εγκέφαλό της, "δείξε μου την ηδονή σου". Κι εκείνη υπακούει. Και ξεγεννά στη μικρή της λεκανίτσα τις φωτοεγγραφές της. Τα παιδιά της. Κι αναστενάζει βαθιά κι ανακουφισμένα ο σκοτεινός θάλαμος-μήτρα.
Ο σκοτεινός θάλαμος -η μήτρα.
Οι τοκετοί μπορεί να είναι πολύωροι εδώ μέσα, να είναι επώδυνοι αρκετές φορές, να είναι γελαστικοί άλλοτε. Εδώ φωλιάζει ο έρωτας, ανάμεσα στα μπουκάλια και στα άδεια κελύφη των φιλμ.
Ο έρωτας ο γενεσιουργός.
Ο έρωτας στα όρθια.
Ο έρωτας που έχει μυρουδιά αψιά και τραχιά.
Ο έρωτας που είναι πάντα ποιητής.
Εικονο-ποιεί.
Γελοιο-ποιεί τα πρόσωπα των σοβαρών πάνω στο χαρτί Ilford.
Τραγικο-ποιεί τις μακριές σκιές των δεντροστοιχιών που η Γεωργία φωτοέγραψε ένα δειλινό.
Μετα-ποιεί το πραγματικό.
Εδώ είναι η κατοικία του έρωτα.
Κι η κοπέλα, όποτε εισέρχεται στο χώρο, νιώθει να την αναστατώνουν ρίγη και να την ξεσηκώνουν τρυφερά φιλήματα στις θηλές της απάνω. "Σε παίρνω", ακούω τον έρωτα να της μιλά κατευθείαν μέσα στον εγκέφαλό της, "δείξε μου την ηδονή σου". Κι εκείνη υπακούει. Και ξεγεννά στη μικρή της λεκανίτσα τις φωτοεγγραφές της. Τα παιδιά της. Κι αναστενάζει βαθιά κι ανακουφισμένα ο σκοτεινός θάλαμος-μήτρα.
Έτσι και τώρα, η Γεωργία γι' άλλη μια φορά -από κείνες τις φορές που περνάνε και συγκαταλέγονται ανάμεσα στο άπειρο-, καθώς ακούει στη διαπασών τραγούδια από το ραδιόφωνο, φέρνει από τον ένα κόσμο στον άλλον, από τη μια διάσταση στην άλλη, το πρόσωπο του Σωτήρη. Κι ενώ σιγοσφυρίζει, όπως είπαμε, αίφνης τα μάτια του Σωτήρη ζωντανεύουν πάνω στο χαρτί, στριφογυρνάνε μέσα στις χάρτινες υδαρείς κόγχες τους κι αντικρίζουν έντρομα το πρώτο φως του καινούριου του κόσμου.
ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ, κραυγάζουν βουβά, ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΚΙ ΑΝΕΣΤΡΑΜΜΕΝΟΣ, ΜΙΑ ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΦΥΛΑΚΗ!.. ΒΟΗΘΕΙΑ!