Με αφορμή τη συζήτηση στην Ελληνική Βουλή του νέου κώδικα περί ναρκωτικών, ο ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων Νίκος Χρυσόγελος, κατέθεσε γραπτή ερώτηση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την συνεχιζόμενη άρνηση της ελληνικής κυβέρνησης να απελευθερώσει την καλλιέργεια κλωστικής (βιομηχανικής) κάνναβης, η οποία επιδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και αποτελεί μια πράσινη αγρο-οικολογική πρόταση.
Πέρα από το επίμαχο συνθετικό «κάνναβη», η κλωστική (βιομηχανική) δεν έχει κανένα άλλο κοινό με την Ινδική κάνναβη. Για του λόγου το αληθές, σημειώνεται ότι σύμφωνα με τον κανονισμό Ε.Ο.Κ. 619/71 (αρθρο 3, παράγραφος 1) κλωστική κάνναβη θεωρούνται οι ποικιλίες της Cannabis Sativa (Hemp) με περιεκτικότητα σε THC (Δ9 τετρανδροκανναβινόλη) κάτω από 0,2%.
Πρόκειται για φυτό που καλλιεργείται παγκοσμίως , καθώς είναι ποικιλία με διεθνώς αναγνωρισμένες οικολογικές ιδιότητες και το σύνολο του υπέργειου μέρους του είναι πλήρως αξιοποιήσιμο και μπορεί να παράγει περισσότερα από 25.000 προϊόντα όπως ίνες για υφαντά, χαρτί, οικοδομικά υλικά, χρώματα - βερνίκια βαφές, Είδη κοσμητικής, φαγητό και συμπληρώματα διατροφής, ενέργεια, βελτιωτικά εδάφους, κα.
Μάλιστα, το Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας (ΕΘΙΑΓΕ) και το Εργαστήριο Γεωργίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών σε μελέτη με τίτλο «Σχέδιο καλλιέργειας κλωστικής κάνναβης και κλωστικού λιναριού στην Ελλάδα» (2000) σημειώνει συμπερασματικά: «Η κλωστική κάνναβη είναι δυνατόν να αποτελέσει μια αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση για αναδιάρθρωση των καλλιεργειών και η μεταποίηση της σημαντικό παράγοντα πράσινης ανάπτυξης».
Επομένως είναι προφανές ότι για να υπάρξει ουσιαστική δυνατότητα δημιουργίας μιας εσωτερικής οικονομικής και παραγωγικής διαδικασίας που θα μπορούσε να οδηγήσει και σε εξαγωγές αλλά και στην δημιουργία ενός καινούριου παραγωγικού, εμπορικού και μεταποιητικού κλάδου, χρειάζεται να επιτραπούν όχι μόνο τα προϊόντα αλλά και το ίδιο το φυτό. Δε συμβαίνει κάτι τέτοιο όμως στο νέο νομοσχέδιο όπου διαχωρίζονται μεν ρητά τα προϊόντα κλωστικής κάνναβης (άρθρο 1, παράγραφος 2) από τις ναρκωτικές ουσίες αλλά δεν υπάρχει κανένας ρητός διαχωρισμός για τη καλλιέργεια του ίδιου του φυτού, ούτε από το άρθρο 20 που προσδιορίζει το βασικό έγκλημα, ούτε από τους ορισμούς για το τι είναι παράνομη ναρκωτική ουσία.
Όπως όμως προκύπτει από τους κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Παράρτημα ΙΙ του Κανονισμού Ε.Ε. 796/2004, άρθρου 39 του Κανονισμού Ε.Κ. 73/2009) οι μέχρι τώρα προτεινόμενοι ορισμοί του σχεδίου νόμου δεν εναρμονίζονται με το υπάρχον ευρωπαϊκό πλαίσιο και δημιουργούν νομικά κενά που ενδέχεται να εμποδίσουν τη δημιουργία ευνοϊκού επενδυτικού περιβάλλοντος για την καλλιέργεια και μεταποίηση προϊόντων κλωστικής (βιομηχανικής) κάνναβης.
Οι ποικιλίες κάνναβης που πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 39 του κανονισμού (ΕΚ) 73/2009 του Συμβουλίου μπορούν να καλλιεργούνται από όλους τους γεωργούς που επωφελούνται του καθεστώτος ενιαίας ενίσχυσης. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η Ελλάδα ουδέποτε ζήτησε να της κατανεμηθεί μέρος της εθνικής εγγυημένης ποσότητας των 5.000 τόνων βραχειών ινών λίνου ή ινών κάνναβης, για την οποία πέντε κράτη μέλη μπορούν να λάβουν ενίσχυση για μεταποίηση, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) 507/2008 της Επιτροπής (άρθρο 8 παράγραφος 1).
Η αδράνεια της Ελληνικής κυβέρνησης να εναρμονιστεί με την ευρωπαϊκή νομοθεσία έχει απασχολήσει στο παρελθόν ξανά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Συγκεκριμένα, σε προηγούμενη γραπτή ερώτηση του Μιχάλη Τρεμόπουλου στις 19/1/2012, ο Ευρωπαίος Επίτροπος Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης, κ. Cioloş απαντώντας τόνισε ότι "η συμβατότητα του άρθρου 20 της ελληνικής νομοθεσίας για τα ναρκωτικά με την ενωσιακή νομοθεσία θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο περαιτέρω εξέτασης. Για τον λόγο αυτό, η Επιτροπή διεξάγει επί του παρόντος νομική διαδικασία έρευνας της σχετικής ελληνικής νομοθεσίας".
Ο Νίκος Χρυσόγελος δήλωσε σχετικά: "Είναι απαράδεκτο σε περίοδο κρίσης η ελληνική κυβέρνηση να μην αποφασίζει θαρραλέα για την απελευθέρωση μιας οικολογικής καλλιέργειας που επιδοτείται αδρά από την Ευρωπαϊκή Ένωση, εμμένοντας σε ιδεοληψίες και πολιτικές ηθικού πανικού. Η κλωστική (βιομηχανική) κάνναβη καλλιεργείται σε πολλές χώρες παγκοσμίως (στην Ευρώπη ενδεικτικά σε Αυστρία, Δανία, Φιλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Αγγλία, Ουγγαρία, Ιταλία, Ολλανδία, Πολωνία, Ισπανία και Ρουμανία) αλλά και στην Ελλάδα μέχρι πριν μερικές δεκαετίες. Δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για ψυχαγωγική- ευφορική χρήση, αλλά έχει χιλιάδες άλλες χρήσεις που μπορεί να συμβάλλουν στη βιώσιμη αγροτική ανάπτυξη και τη δημιουργία νέων και πράσινων θέσεων εργασίας. Καλούμε το Ελληνικό Κοινοβούλιο να θεσμοθετήσει το ρητό διαχωρισμό και τη νομιμοποίηση της καλλιέργειας κλωστικής κάνναβης στο νομοσχέδιο περί ναρκωτικών και να δώσει τη δυνατότητα σε νέους αγρότες, που έχουν ήδη δηλώσει ενδιαφέρον στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, να καλλιεργήσουν αυτήν τη ποικιλία".
Πέρα από το επίμαχο συνθετικό «κάνναβη», η κλωστική (βιομηχανική) δεν έχει κανένα άλλο κοινό με την Ινδική κάνναβη. Για του λόγου το αληθές, σημειώνεται ότι σύμφωνα με τον κανονισμό Ε.Ο.Κ. 619/71 (αρθρο 3, παράγραφος 1) κλωστική κάνναβη θεωρούνται οι ποικιλίες της Cannabis Sativa (Hemp) με περιεκτικότητα σε THC (Δ9 τετρανδροκανναβινόλη) κάτω από 0,2%.
Πρόκειται για φυτό που καλλιεργείται παγκοσμίως , καθώς είναι ποικιλία με διεθνώς αναγνωρισμένες οικολογικές ιδιότητες και το σύνολο του υπέργειου μέρους του είναι πλήρως αξιοποιήσιμο και μπορεί να παράγει περισσότερα από 25.000 προϊόντα όπως ίνες για υφαντά, χαρτί, οικοδομικά υλικά, χρώματα - βερνίκια βαφές, Είδη κοσμητικής, φαγητό και συμπληρώματα διατροφής, ενέργεια, βελτιωτικά εδάφους, κα.
Μάλιστα, το Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας (ΕΘΙΑΓΕ) και το Εργαστήριο Γεωργίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών σε μελέτη με τίτλο «Σχέδιο καλλιέργειας κλωστικής κάνναβης και κλωστικού λιναριού στην Ελλάδα» (2000) σημειώνει συμπερασματικά: «Η κλωστική κάνναβη είναι δυνατόν να αποτελέσει μια αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση για αναδιάρθρωση των καλλιεργειών και η μεταποίηση της σημαντικό παράγοντα πράσινης ανάπτυξης».
Επομένως είναι προφανές ότι για να υπάρξει ουσιαστική δυνατότητα δημιουργίας μιας εσωτερικής οικονομικής και παραγωγικής διαδικασίας που θα μπορούσε να οδηγήσει και σε εξαγωγές αλλά και στην δημιουργία ενός καινούριου παραγωγικού, εμπορικού και μεταποιητικού κλάδου, χρειάζεται να επιτραπούν όχι μόνο τα προϊόντα αλλά και το ίδιο το φυτό. Δε συμβαίνει κάτι τέτοιο όμως στο νέο νομοσχέδιο όπου διαχωρίζονται μεν ρητά τα προϊόντα κλωστικής κάνναβης (άρθρο 1, παράγραφος 2) από τις ναρκωτικές ουσίες αλλά δεν υπάρχει κανένας ρητός διαχωρισμός για τη καλλιέργεια του ίδιου του φυτού, ούτε από το άρθρο 20 που προσδιορίζει το βασικό έγκλημα, ούτε από τους ορισμούς για το τι είναι παράνομη ναρκωτική ουσία.
Όπως όμως προκύπτει από τους κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Παράρτημα ΙΙ του Κανονισμού Ε.Ε. 796/2004, άρθρου 39 του Κανονισμού Ε.Κ. 73/2009) οι μέχρι τώρα προτεινόμενοι ορισμοί του σχεδίου νόμου δεν εναρμονίζονται με το υπάρχον ευρωπαϊκό πλαίσιο και δημιουργούν νομικά κενά που ενδέχεται να εμποδίσουν τη δημιουργία ευνοϊκού επενδυτικού περιβάλλοντος για την καλλιέργεια και μεταποίηση προϊόντων κλωστικής (βιομηχανικής) κάνναβης.
Οι ποικιλίες κάνναβης που πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 39 του κανονισμού (ΕΚ) 73/2009 του Συμβουλίου μπορούν να καλλιεργούνται από όλους τους γεωργούς που επωφελούνται του καθεστώτος ενιαίας ενίσχυσης. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η Ελλάδα ουδέποτε ζήτησε να της κατανεμηθεί μέρος της εθνικής εγγυημένης ποσότητας των 5.000 τόνων βραχειών ινών λίνου ή ινών κάνναβης, για την οποία πέντε κράτη μέλη μπορούν να λάβουν ενίσχυση για μεταποίηση, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) 507/2008 της Επιτροπής (άρθρο 8 παράγραφος 1).
Η αδράνεια της Ελληνικής κυβέρνησης να εναρμονιστεί με την ευρωπαϊκή νομοθεσία έχει απασχολήσει στο παρελθόν ξανά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Συγκεκριμένα, σε προηγούμενη γραπτή ερώτηση του Μιχάλη Τρεμόπουλου στις 19/1/2012, ο Ευρωπαίος Επίτροπος Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης, κ. Cioloş απαντώντας τόνισε ότι "η συμβατότητα του άρθρου 20 της ελληνικής νομοθεσίας για τα ναρκωτικά με την ενωσιακή νομοθεσία θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο περαιτέρω εξέτασης. Για τον λόγο αυτό, η Επιτροπή διεξάγει επί του παρόντος νομική διαδικασία έρευνας της σχετικής ελληνικής νομοθεσίας".
Ο Νίκος Χρυσόγελος δήλωσε σχετικά: "Είναι απαράδεκτο σε περίοδο κρίσης η ελληνική κυβέρνηση να μην αποφασίζει θαρραλέα για την απελευθέρωση μιας οικολογικής καλλιέργειας που επιδοτείται αδρά από την Ευρωπαϊκή Ένωση, εμμένοντας σε ιδεοληψίες και πολιτικές ηθικού πανικού. Η κλωστική (βιομηχανική) κάνναβη καλλιεργείται σε πολλές χώρες παγκοσμίως (στην Ευρώπη ενδεικτικά σε Αυστρία, Δανία, Φιλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Αγγλία, Ουγγαρία, Ιταλία, Ολλανδία, Πολωνία, Ισπανία και Ρουμανία) αλλά και στην Ελλάδα μέχρι πριν μερικές δεκαετίες. Δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για ψυχαγωγική- ευφορική χρήση, αλλά έχει χιλιάδες άλλες χρήσεις που μπορεί να συμβάλλουν στη βιώσιμη αγροτική ανάπτυξη και τη δημιουργία νέων και πράσινων θέσεων εργασίας. Καλούμε το Ελληνικό Κοινοβούλιο να θεσμοθετήσει το ρητό διαχωρισμό και τη νομιμοποίηση της καλλιέργειας κλωστικής κάνναβης στο νομοσχέδιο περί ναρκωτικών και να δώσει τη δυνατότητα σε νέους αγρότες, που έχουν ήδη δηλώσει ενδιαφέρον στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, να καλλιεργήσουν αυτήν τη ποικιλία".